Η γονιμότητα του άνδρα
Τι είναι η ανδρική υπογονιμότητα;
Η ανδρική υπογονιμότητα ορίζεται ως η αδυναμία ενός άνδρα να συμβάλει στη σύλληψη μετά από τουλάχιστον 12 μήνες τακτικών, σεξουαλικών επαφών χωρίς προφυλάξεις (ή 6 μήνες όταν η γυναίκα είναι άνω των 35 ετών).
Σύμφωνα με τις πρόσφατες οδηγίες της Αμερικανικής Ουρολογικής Εταιρείας (AUA/ASRM, 2024) και της Ευρωπαϊκής Ουρολογικής Εταιρείας (EAU, 2025), ο ανδρικός παράγοντας ευθύνεται (εξ ολοκλήρου ή εν μέρει) για περίπου το 50% των περιπτώσεων υπογονιμότητας των ζευγαριών.
Ποιοι είναι οι συχνότεροι παράγοντες που επηρεάζουν τη γονιμότητα του άνδρα;
Η παραγωγή και ωρίμανση των σπερματοζωαρίων εξαρτάται από πολύπλοκες ορμονικές, γενετικές και ανατομικές διεργασίες.
Οι συχνότερες αιτίες υπογονιμότητας περιλαμβάνουν:
- Διαταραχές στη σπερματογένεση, όπως ολιγοζωοσπερμία ή αζωοσπερμία.
- Ορμονικές ανωμαλίες, π.χ. χαμηλή τεστοστερόνη ή αυξημένη FSH.
- Ανατομικά προβλήματα, όπως απόφραξη των σπερματικών πόρων ή συγγενής απουσία του σπερματικού πόρου (σε φορείς μεταλλάξεων του γονιδίου CFTR).
- Κιρσοκήλη, η οποία σχετίζεται με αυξημένη θερμοκρασία στους όρχεις και οξειδωτικό στρες.
- Λοιμώξεις του γεννητικού συστήματος.
- Γενετικές ανωμαλίες, όπως μικροελλείψεις του Υ χρωμοσώματος ή σύνδρομο Klinefelter.
- Παράγοντες τρόπου ζωής, όπως κάπνισμα, παχυσαρκία, έκθεση σε θερμότητα, χρήση αναβολικών, αλκοόλ ή ναρκωτικών.
Η διερεύνηση πρέπει να γίνεται παράλληλα και για τους δύο συντρόφους, ώστε να αποφευχθεί η άσκοπη ή καθυστερημένη θεραπεία.
Η αρχική εκτίμηση περιλαμβάνει:
- Λεπτομερές ιατρικό και αναπαραγωγικό ιστορικό.
- Κλινική εξέταση με έμφαση στους όρχεις, το όσχεο και τα δευτερεύοντα γεννητικά όργανα.
- Ανάλυση σπέρματος (σπερμοδιάγραμμα), σύμφωνα με τις προδιαγραφές του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (6η έκδοση, 2021). Εφόσον χρειάζεται, η εξέταση επαναλαμβάνεται τουλάχιστον δύο φορές, καθώς τα αποτελέσματα μπορεί να διαφέρουν.
- Ορμονικός έλεγχος (FSH, LH, τεστοστερόνη).
- Γενετικές εξετάσεις, όπως καρυότυπος ή έλεγχος μικροελλείψεων του Υ χρωμοσώματος.
- Μοριακός έλεγχος για μεταλλάξεις CFTR σε περιπτώσεις απόφραξης ή απουσίας των σπερματικών πόρων.
- Απεικονιστικός έλεγχος (υπερηχογράφημα οσχέου ή διαορθικός υπέρηχος) όταν υπάρχει υποψία κιρσοκήλης ή απόφραξης.
Υπάρχει συσχέτιση της υπογονιμότητας με τη γενική υγεία του άνδρα;
Ναι.
Οι μελέτες δείχνουν ότι οι άνδρες με ανώμαλο σπερμοδιάγραμμα έχουν αυξημένο κίνδυνο μεταβολικού συνδρόμου, καρδιαγγειακών νοσημάτων και κακοηθειών, ιδίως του όρχεος.
Η υπογονιμότητα δεν είναι μόνο αναπαραγωγικό ζήτημα, αλλά και δείκτης συνολικής ανδρικής υγείας.
Ποια είναι η θεραπευτική προσέγγιση;
Η αντιμετώπιση εξαρτάται από το αίτιο και μπορεί να περιλαμβάνει:
- Χειρουργική διόρθωση κιρσοκήλης, όταν είναι ψηλαφητή και συνοδεύεται από ανωμαλίες σπέρματος.
- Ορμονική θεραπεία, όπως χορήγηση ανθρώπινης χοριακής γοναδοτροπίνης (hCG), εκλεκτικών ρυθμιστών των οιστρογονικών υποδοχέων (SERMs) ή αναστολέων αρωματάσης, σε περιπτώσεις χαμηλής τεστοστερόνης με διατηρημένη υποθαλαμο-υποφυσιακή λειτουργία.
- Μικροχειρουργικές τεχνικές για απόφραξη των εκφορητικών οδών ή αναστροφή βασεκτομής.
- Μικροχειρουργική λήψη σπερματοζωαρίων από τον όρχι (micro-TESE) σε μη αποφρακτική αζωοσπερμία, για χρήση σε γονιμοποίηση in vitro με μικρογονιμοποίηση (IVF-ICSI).
- Αντιμετώπιση ειδικών αιτιών, όπως λοιμώξεις ή αναστροφή παθολογικών συνηθειών (κάπνισμα, παχυσαρκία, θερμική έκθεση).
- Σε περιπτώσεις όπου δεν είναι δυνατή η ανάκτηση σπερματοζωαρίων, μπορεί να προταθεί χρήση δότη σπέρματος ή υιοθεσία.
Ποιος είναι ο ρόλος της πρόληψης και του τρόπου ζωής;
Η πρόληψη είναι καθοριστική.
Η διατήρηση φυσιολογικού βάρους, η διακοπή καπνίσματος, η μέτρια κατανάλωση αλκοόλ, η αποφυγή αναβολικών, η ισορροπημένη διατροφή και η σωματική άσκηση συμβάλλουν ουσιαστικά στη βελτίωση των σπερματικών παραμέτρων.
Επίσης, συνιστάται αποφυγή παρατεταμένης έκθεσης σε υψηλές θερμοκρασίες (π.χ. σάουνα, φορητοί υπολογιστές στην περιοχή των όρχεων) και τοξικών ουσιών.
Πότε πρέπει ένα ζευγάρι να απευθυνθεί σε ειδικό;
Όταν δεν έχει επιτευχθεί εγκυμοσύνη μετά από 12 μήνες τακτικών επαφών (ή 6 μήνες αν η γυναίκα είναι ≥35 ετών), απαιτείται παράλληλη εκτίμηση και των δύο συντρόφων από ειδικό σε θέματα υπογονιμότητας.
Η έγκαιρη διερεύνηση μπορεί να αποκαλύψει αναστρέψιμα αίτια και να προλάβει αχρείαστες θεραπείες.